ανθρωπινο vs αγελαδινο γαλα




Tο μητρικό γάλα των θηλαστικών είναι μοναδικό, ειδικό και προσαρμοσμένο για το κάθε είδος

Τα γάλατα των θηλαστικών είναι σχεδιασμένα διαφορετικά ώστε να καλύψουν τις ανάγκες του συγκεκριμένου είδους. Το μητρικό γάλα έχει προσαρμοστεί στις ανθρώπινες ανάγκες μέσα από χιλιάδες χρόνια εξέλιξης. Δεν υπάρχει κανένας μάγος, κανένα εργαστήριο γαλακτοβιομηχανίας που να μπορεί να μετατρέψει την αγελάδα σε άνθρωπο.
Ποιές είναι οι ανάγκες ενός νεογέννητου μοσχαριού; Πρόκειται για ένα θηλαστικό που γεννιέται σχετικά ώριμο. Η κύρια ανάπτυξή του έχει ήδη γίνει πριν την γέννηση, ενδομήτρια. Μετά την γέννηση χρειάζεται κυρίως να αναπτύξει γρήγορα τους μυς του, την δύναμή του, γι' αυτό το αγελαδινό γάλα έχει πάρα πολλές πρωτείνες. Χρειάζεται να κοιμάται πολύ ώστε να μπορεί η μητέρα του να τρώει χορταράκι όλη μέρα χωρίς παρεμπόδιση.
Γι' αυτό το αγελαδινό γάλα έχει μεταξύ άλλων πολλή καζείνη ώστε να φέρνει πλήρωση, φούσκωμα, νωθρότητα και ύπνο. Διαθέτει σχετικά ώριμους νεφρούς, στομάχι και σηκώτι, γι' αυτό και το αγελαδινό γάλα έχει από την αρχή πολύ αλάτι και μεγάλο υπόλειμμα ιχνοστοιχείων.
Τι συμβαίνει με τα μικρά των ανθρώπων; Πρόκειται για τα πιο ανώριμα και ασχημάτιστα νεογέννητα που παρατηρούνται στη φύση. Όλα τα συστήματα του ανθρώπινου σώματος έχουν πολύ δρόμο για να αναπτυχθούν από τη στιγμή της γέννησης κι έπειτα.
Η επίδραση του περιβάλλοντος σε αυτήν τη διαδικασία είναι μεγάλη και κρίσιμη. Υπολογίζεται ότι ο άνθρωπος ολοκληρώνεται κατά το ½ πριν την γέννησή του, ενώ κατά τα 2/3 μετά την γέννηση, χάρις στην αλληλεπίδραση με το περιβάλλον του. Η εξωμήτριος ανάπτυξη είναι πιο σπουδαία από την ενδομήτριο. Η κοινωνικότητα και η επαφή με άλλους ανθρώπους,– αρχικά με την μητέρα και τον πατέρα – , η εκπαίδευση και ο πολιτισμός αποτελούν όρους επιβίωσης για ένα τόσο ασχημάτιστο ον.
Ο εγκέφαλος κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής είναι ραγδαία αναπτυσσόμενος, γίνεται τριπλάσιος σε όγκο από την γέννηση έως 2 ετών και μορφοποιείται – ανάπτυξη συνδέσεων ανάμεσα στα νευρικά κύτταρα, μυελινοποίηση – υπό την επίδραση των πλούσιων ερεθισμάτων του περιβάλλοντος. Κατά τους πρώτους μήνες της ζωής καινούργια νευρωνικά κυκλώματα και συνδέσεις ενεργοποιούνται κατά εκατομμύρια.
Το ανθρώπινο γάλα είναι το πιο γλυκό από οποιοδήποτε άλλο γάλα θηλαστικού, περιέχοντας πολλή λακτόζη, το απαραίτητο γρήγορο καύσιμο για τον συνεχώς εργαζόμενο εγκέφαλο των βρεφών μας. Τεράστια ποσά ωφέλιμων λιπαρών και χοληστερίνης συγκριτικά με το αγελαδινό γάλα δίνουν ώθηση στην ψυχοκινητική ανάπτυξη και χρησιμοποιούνται ως δομικό υπόστρωμα για τα κέντρα του εγκεφάλου.
Το γάλα της μαμάς πρέπει να είναι ευγενικό για τα ανώριμα όργανα του μωρού, το έντερο, το συκώτι, τους νεφρούς του. Για αυτό δεν έχει μεγάλο φόρτο ουσιών, δηλαδή ό,τι περιέχεται μέσα του χρησιμοποιείται στο έπακρο χωρίς να προκύπτουν 'σκουπίδια'.
Το γάλα της μαμάς πρέπει να μην του φέρνει υπερβολικό ύπνο, ώστε να μπορέσει να δεθεί με τη μητέρα του, να εξερευνήσει γρήγορα τον κόσμο γύρω του και άρα να αναπτυχθεί, να ωριμάσει. Το γάλα της μαμάς είναι εύπεπτο, φτιαγμένο για ένα είδος που κουβαλάει τα μικρά του, που απαιτεί για τα μωρά του στενή επαφή και συχνά, μικρά γεύματα.
Αν αναλογιστεί κανείς τα παραπάνω, φτάνει να υποθέσει ότι αυτές οι χαοτικές διαφορές στον τρόπο διατροφής των βρεφών μας θα δημιουργούσαν και εντελώς διαφορετικά μωρά. Είναι η αλήθεια.
Πολλά πράγματα δεν έχουν εξεταστεί ακόμα, ωστόσο οι ερευνητές έχουν ήδη ανακαλύψει ότι ο οργανισμός του μωρού που πίνει επεξεργασμένο γάλα αγελάδας για βρέφη, οι πρωτείνες του, το λίπος του, ο εγκέφαλός του έχουν διαφορετικό βιοχημικό προφίλ σε σχέση με αυτό βρεφών που θηλάζουν. Αλλά και σε επίπεδο συμπεριφοράς και σε άλλα επίπεδα αθροίζονται οι έρευνες που επισημαίνουν αξιοσημείωτες διαφορές.
Πολλές από αυτές οι πρώιμες παρεκκλίσεις από τη φύση, από το φυσιολογικό, δεν έχουν μελετηθεί καν, έχουν δε άγνωστες συνέπειες για τις εύθραυστες υπάρξεις. Το τεχνητό γάλα φέρει γνωστούς, αλλά ακόμα περισσότερους άγνωστους κινδύνους για τα μωρά μας.
Δεν υπάρχει θηλαστικό στον πλανήτη, εκτός από τον άνθρωπο, που να εμπιστεύεται την αύξηση, την ανάπτυξη, την ψυχική και σωματική υγεία των μικρών του σε γάλα από άλλο είδος. Και αυτό είναι ιδιαίτερα τραγικό για ένα είδος που κατεξοχήν προσδιορίζεται από τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος μετά την γέννηση.
Η κυρίαρχη κουλτούρα της τεχνητής βρεφικής διατροφής και του μπιμπερό κατά τον 20ο αιώνα, σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις της σύγχρονης ζωής από τους γονείς, προέβαλλε κάποιες αξίες σχετικά με τα βρέφη μας: να τρώνε τακτικά, σε συγκεκριμένες ώρες. Να τρώνε μεγάλες ποσότητες την φορά, υπέρογκες μερικές φορές, πολλαπλάσιες από την συνήθη χωρητικότητα του στομάχου τους. Να τρώνε αραιά, όχι κάθε μία ώρα. Να κοιμούνται πολύ και βαθιά, «ώστε να μεγαλώσουν». Να κοιμούνται όλη νύχτα χωρίς διακοπή.
Μήπως τελικά αυτές οι αξίες που υιοθετήσαμε είναι το πρόβλημα; Μήπως το φυσιολογικό για τους μικρούς ανθρώπους είναι κάτι άλλο; Μήπως η καινούργια κουλτούρα του θηλασμού στον 21ο αιώνα πρέπει πρώτα για να επικρατήσει να διαλύσει αυτές τις «αξίες» από το μυαλό του μέσου γονιού; Μήπως όταν ακούμε ότι το μωρό του φίλου μας κοιμάται 10 ώρες συνεχόμενα το βράδυ από 2 μηνών δεν πρέπει να χαιρόμαστε αλλά να προβληματιζόμαστε;


του Στελιου Παπαβεντση



"

ΠΡΟΣΚΟΛΛΗΣΗ ΜΩΡΟΥ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ .. μια παρεξηγημενη εννοια!




Άγχος του αποχωρισμού

Άλλη εκδήλωση του βρέφους, που είναι άμεσο αποτέλεσμα της προσκόλλησης, είναι το άγχος του αποχωρισμού. Το παιδί, σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξής του (συνήθως γύρω στο 10ο μήνα), προσπαθεί με κάθε τρόπο να βρίσκεται κοντά στη μητέρα του. Την ακολουθεί στις μετακινήσεις της μέσα στο δωμάτιό του, φροντίζει να διατηρεί μαζί της οπτική και σωματική επαφή, ελέγχει κατά πόσο είναι στη διάθεσή του κάθε φορά που τη χρειάζεται, κ.ά.
Όταν το βρέφος είναι ελεύθερο και μπορεί να προβαίνει σ΄ αυτές τις ενέργειες, για να διατηρεί κάποια “εγγύτητα” με τη μητέρα, μπορεί να συνεχίζει να παίζει και να εξερευνά το γύρω χώρο ενεργά, ακόμη και σε περιβάλλον που δεν του είναι οικείο, χωρίς να νιώθει καμιά ανησυχία.
Όταν, όμως, το βρέφος βλέπει τη μητέρα του να απομακρύνεται, να φεύγει από το δωμάτιο, να το αφήνει μόνο του και εκείνο δε μπορεί να την ακολουθήσει, βιώνει μια έντονη δυσφορία και προσπαθεί με κάθε τρόπο να τη φέρει πίσω: κλαίει, φωνάζει, καρφώνει το βλέμμα του στην πόρτα, κινείται προς την πόρτα και προσπαθεί να την ανοίξει, κ.ά. Μετά από λίγο εγκαταλείπει την προσπάθειά του, κάθεται στο δάπεδο και λικνίζει απελπισμένα το σώμα, αγνοώντας τα παιχνίδια του και τις άλλες δραστηριότητες που μόλις πριν από λίγο τόσο απολάμβανε.
Οι έντονες αυτές αντιδράσεις είναι απόρροια του άγχους που βιώνει το παιδί, εξαιτίας του αποχωρισμού του από το πρόσωπο προς το οποίο έχει αναπτύξει προσκόλληση. Το άγχος του αποχωρισμού κορυφώνεται συνήθως μεταξύ του 13ου και 18ου μήνα. Απουσίες της μητέρας από το σπίτι πρέπει να αποφεύγονται σ’ αυτή τη φάση της ανάπτυξης.
Μετά την ηλικία αυτή το άγχος του αποχωρισμού αρχίζει να μειώνεται και τελικά να εξαφανίζεται. Σε περίπτωση που το άγχος του αποχωρισμού συνεχιστεί και στις επόμενες ηλικίες έντονο, είναι πιθανό το παιδί να παρουσιάσει αργότερα δυσκολίες στην ψυχοκοινωνική προσαρμογή (σχολική φοβία).
Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν οι γονείς τις αντιδράσεις του παιδιού στο άγχος του αποχωρισμού, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά αυτής της συμπεριφοράς. Οι γονείς, που για να μετριάσουν τις διαμαρτυρίες του παιδιού, μένουν στο σπίτι ή περιορίζουν τις δραστηριότητές τους εκτός σπιτιού, τελικά ενισχύουν τις αντιδράσεις του άγχους του αποχωρισμού και τις πολλαπλασιάζουν.


Άλλοι γονείς που, για να αποφύγουν τις αντιδράσεις και την ένταση του αποχωρισμού, καταφεύγουν στο τέχνασμα να φεύγουν κρυφά από το σπίτι, χωρίς να τους δει το παιδί, τελικά επιτείνουν το άγχος του παιδιού, αντί να το μειώνουν, γιατί εκείνο αρχίζει να διαπιστώνει, ότι οι γονείς του ανά πάσα στιγμή μπορεί να “εξαφανιστούν”.
Ο καλύτερος τρόπος είναι οι γονείς να εξηγήσουν στο παιδί ότι θα λείψουν για λίγο και να το διαβεβαιώσουν, ότι σύντομα θα επιστρέψουν. Το παιδί, που έχει πολλές εμπειρίες να βλέπει τους γονείς του να το αποχωρίζονται για ορισμένο χρονικό διάστημα και να επιστρέφουν πάλι σ’ αυτό, μαθαίνει ότι ο αποχωρισμός είναι κάτι πρόσκαιρο και επανορθώσιμο.
Επίσης, η ένταση του άγχους θα ελαχιστοποιείται, αν το παιδί, όταν το αποχωρίζονται οι γονείς, μένει σε οικείο περιβάλλον, με τα προσωπικά του αντικείμενα και με άλλα οικεία πρόσωπα.





Ιωάννης Ν. Παρασκευόπουλος. Εξελικτική ψυχολογία. Η ψυχική ζωή από τη σύλληψη ως την ενηλικίωση (τόμος 1). 

"